Ήταν μια πανέμορφη ημέρα για το ημιτελικό μεταξύ της Λίβερπουλ και της Νότιγχαμ Φόρεστ. Παρότι ζούσε και εργαζόταν στην Γλασκώβη, ο γιατρός Φίλιπς γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μέρσεσαϊντ. Βρισκόταν στο δρόμο για τον ημιτελικό Κυπέλλου στο Χίλσμπορο μαζί με 2 φίλους του και τον αδερφό του.
Μόλις έφτασαν στο Σέφιλντ, πάρκαραν τα αμάξια τους και μπήκαν στο γήπεδο μισή ώρα πριν την έναρξη του αγώνα. Για να φτάσουν στις εξέδρες περπάτησαν μέσα από ένα κεντρικό τούνελ στο πάνω διάζωμα της Leppings Lane, πίσω από το τέρμα.
Το κακό αρχικό προαίσθημα
«Από την στιγμή που μπήκαμε μέσα ξέραμε ότι ήταν ασυνήθιστα γεμάτη η εξέδρα. Από τον συνωστισμό, χωριστήκαμε κι εγώ με τον Ίαν βρεθήκαμε μπροστά στα κιγκλιδώματα χάλυβα του γηπέδου». Ο γιατρός Φίλιπς είχε βρεθεί σε πολλές τέτοιες εξέδρες στο παρελθόν, αλλά σύντομα συνειδητοποίησε την πίεση των σωμάτων σε αυτό το διάζωμα που δεν ήταν ομοιόμορφα δομημένο.
«Έχω βρεθεί στο Kop στο Άνφιλντ, πάρα πολλές φορές», θυμάται, «και ποτέ δεν βρέθηκα σε τέτοια κατάσταση. Ήταν εντελώς νέα εμπειρία σε σχέση με τις προηγούμενες. Πηγαίνω στο Kop από την ηλικία των 12 για μεγάλα παιχνίδια και ντέρμπι όπως με την Λιντς και την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τα ευρωπαϊκά ματς. Πάντοτε συνηθίζαμε να πηγαίνουμε στο κέντρο της εξέδρας πίσω από το τέρμα και πάντοτε απολάμβανα την κίνηση, τον χορό και το λίκνισμα του πλήθους. Ήταν μέρος της διασκέδασης, αλλά αυτό τότε δεν ήταν ούτε φυσιολογικό, αλλά ούτε διασκεδαστικό. Έπρεπε να ξεφύγουμε από εκεί. Ήξερα ότι αυτό δεν ήταν ένα καλό μέρος για να είμαστε και αποφασίσαμε να κινηθούμε πιο ψηλά στο διάζωμα. Ο κόσμος δεν μπορούσε να σταθεί κατά μέρος και γι αυτό πέσαμε στα τέσσερα και περπατήσαμε με χέρια και με πόδια. Πιο ψηλά, ήταν ακόμα πιο σφιχτά που δεν μπορούσες να σταθείς αλλά εμείς το κάναμε και μάλιστα καταφέραμε να συναντηθούμε με τους δύο φίλους μας. Τότε, κοιταχτήκαμε με ένα αίσθημα δυσπιστίας. Τι συμβαίνει;»
Ο χαμός στα κιγκλιδώματα
«Υπήρχε πολύς χώρος για να μπορέσει κανείς να κινηθεί, σε αντίθεση με το πού βρισκόμασταν εμείς. Τα παιδιά από κάτω, φώναζαν: «Πηγαίνετε πίσω, πίσω! Υπάρχουν οπαδοί που χτύπησαν μπροστά». Ήταν πολύ ανήσυχοι, επειδή δεν ήξεραν τι ακριβώς γινόταν. Μπορούσες να δεις σώματα να σηκώνονται στα κιγκλιδώματα και σκεφτόσουν πως κάτι πολύ κακό συμβαίνει. Στη συνέχεια, κάποιος έτρεξε στο γήπεδο, φωνάζοντας στον τερματοφύλακα της Λίβερπουλ, τον Μπρους Γκρόμπελαλ να σταματήσει το παιχνίδι.
Λίγα λεπτά αργότερα, ανεβήκαμε πιο ψηλά, σε σημείο που δεν είχε πολύ κόσμο. Κοιτούσα κάτω στα κιγκλιδώματα, μπορούσα να δω καθαρά την κατάσταση και σκεφτόμουν: «Θεέ μου, είναι νεκροί. Πρέπει να πάω να βοηθήσω».
Έτσι, έτρεξα κάτω στο σημείο που υπήρχε η μια πύλη, στην κορυφή ενός χαμηλού τοίχου. Φώναξα στον αστυνομικό: «Είμαι γιατρός. Αφήστε με να περάσω». Με βοήθησε να ανεβώ τον τοίχο, αλλά δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πως υπήρχε ένα δοκάρι στην κορυφή του τοίχου και όπως ανέβαινα, χτύπησα το κεφάλι μου. Σχεδόν με άφησε αναίσθητο. Ήταν ένα πολύ δυνατό χτύπημα και το αίμα έτρεχε σε όλο μου το πρόσωπο. Ξεπέρασα το σοκ του χτυπήματος και συνέχισα στο γήπεδο, όπου υπήρχε πολύς ανάστατος κόσμος. Ένα αληθινό χάος».
Οι πρώτες βοήθειες στον νεαρό
«Σκεφτόμουν τι να κάνω και το πρώτο περιστατικό που βρήκα μπροστά μου, ήταν ένα νεαρό παιδί, ένας έφηβος. Δεν ανέπνεε, δεν είχε καθόλου σφυγμό, ήταν φανερή καρδιακή προσβολή. Αμέσως, πήγα δίπλα του και προσπάθησα να του κάνω καρδιοπνευμονική ανάληψη. Ήταν και ένας άλλος άντρας κοντά μου, που όπως μου είπε ήταν νοσοκόμος, και με βοηθούσε στο περιστατικό. Όσο παρείχαμε τις πρώτες βοήθειες, ανησυχούσα για τον κόσμο που υπέφερε στις κερκίδες. Σκέφτηκα πως αν αυτός ο άντρας που βοηθούσα μέσα στο γήπεδο ήταν σε άσχημη κατάσταση, αυτοί στα κιγκλιδώματα δεν έχουν καμία τύχη. Θα ήταν σωστό να σώσω τον νεαρό, όπως σκέφτηκα, οπότε αποφάσισα να μείνω μαζί του.
Ζήτησα από κάποιον αστυνομικό λίγο οξυγόνο και αμέσως μου έδωσε μια φιάλη. Ήμουν σίγουρος, τουλάχιστον με όσα ήξερα, πως η φιάλη ήταν σχεδόν άδεια. Όπως και να είχε, συνεχίζαμε τη βοήθεια στο νεαρό παιδί, καθώς συνέχιζε να μην έχει σφυγμό. Ήμασταν εκεί περίπου 5 με 10 λεπτά και καθώς σκεφτόμουν να τα παρατήσω, ένιωσα ένα μικρό σφυγμό, που εξελίχθηκε σε ένα υγιή σφυγμό. Ενάντια στα προγνωστικά, η καρδιά του άρχισε να χτυπά σιγά-σιγά και πάλι. Ήταν αναίσθητος, αλλά έκανε προσπάθειες για να ανασάνει.
Πήραμε ένα φορείο και τον μεταφέραμε στο ασθενοφόρο, πίσω από το τέρμα. Υπήρχαν άλλοι δύο στο έδαφος μέσα στο γήπεδο, αλλά ήταν νεκροί. Βάλαμε το νεαρό αγόρι στο όχημα και αποφάσισα πως δεν υπήρχε κάτι άλλο που μπορούσα να κάνω. Δεν ξέρω αν πήρα τη σωστή απόφαση, αν έπρεπε να μείνω μαζί του, αλλά πλέον ανέπνεε κανονικά».
Οι φωτογράφοι, ο Νταλγκλίς και το BBC
Βρέθηκα στο σημείο, όπου οπαδοί της Νότιγχαμ Φόρεστ παρακολουθούσαν τα γεγονότα σε απόλυτη σιωπή. Είδα δύο φωτογράφους κοντά στην εστία και αυτό που σκέφτηκα αμέσως ήταν πως, μέσα σε αυτό το χαμό, δεν ήμουν σίγουρος για το τι θα γράψουν τα μέσα ενημέρωσης, όπως τότε στο Χέιζελ κατηγόρησαν τη Λίβερπουλ. Οι 10.000 οπαδοί της δεν έκαναν τίποτα κακό, ενώ το λάθος ήταν των ανθρώπων του σταδίου, της UEFA και της Βέλγικης αστυνομίας, που άφησαν 26 ανόητους να προκαλέσουν το χάος. Η Γιουβέντους είχε και αυτή τους ανόητούς της, αλλά αυτό ξεχάστηκε μετά από λίγο καιρό. Σκέφτηκα πως θα ρίξουν το φταίξιμο στους οπαδούς της Λίβερπουλ σήμερα και δεν θα το αφήσω να γίνει αυτό. Έτσι, πήγα στους φωτογράφους και τους είπα σε γενικές γραμμές να δουν όλα όσα γίνονται και να τα σημειώσουν. Επεσήμανα και μερικά πράγματα για τις εγκαταστάσεις και με ρώτησαν το επάγγελμά μου. Απάντησα πως είμαι γιατρός και προσπαθούσα να βοηθήσω τα παιδιά που ήταν σε άσχημη κατάσταση. Μόλις άκουσαν πως είμαι γιατρός και όχι απλά ένας γερασμένος οπαδός, κατάλαβαν πως ήμουν κάποιος άξιος να μιλούν, οπότε αμέσως σημείωσαν όσα τους είπα.
Μετά, αποφάσισα πως έπρεπε να μιλήσω με κάποιον από την ομάδα της Λίβερπουλ, έτσι ώστε να σιγουρευτώ πως δεν θα ρίξουν το φταίξιμο στους οπαδούς. Έτσι, κατευθύνθηκα προς τα αποδυτήρια. Ήταν μαζεμένη η αστυνομία και τους είπα πως είμαι γιατρός και θα ήθελα να μιλήσω με κάποιον από το σύλλογο. Κανένας δεν προσπάθησε να με αποφύγει, αφού όλοι ήταν σαστισμένοι.
Πήγα προς τους ποδοσφαιριστές και τυχαία ο Κένι Νταλγκλίς ήταν εκεί, με εμφανέστατη την έκφραση αγωνίας στο πρόσωπό του, καθώς, όπως έμαθα πιο μετά, ο γιός του βρισκόταν και αυτός μέσα στο πλήθος. Συστήθηκα και του είπα πάρα πολύ γρήγορα όσα είδα, τονίζοντάς του πως δεν θα έπρεπε να αφήσουν να κατηγορηθούν οι οπαδοί για όσα έγιναν, καθώς δεν ήταν δικό τους λάθος.
Μου είπε με λίγα λόγια πως δεν ήθελαν να αγωνιστούν σε αυτό το γήπεδο, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι. Δίπλα μου, βρισκόταν τυχαία ο Άλαν Γκριν, σχολιαστής ποδοσφαίρου για το BBC, και μου ζήτησε αν μπορούσα να μεταφέρω στο ράδιο όσα έζησα. Το επόμενο που θυμάμαι, είναι να βγαίνω στον «αέρα» και να καταγράφω όλα όσα έγιναν μπροστά στα μάτια μου, σχεδόν με μια ανάσα».
Είπα τα πάντα με λεπτομέρειες, κατηγορώντας τους ανθρώπους του σταδίου και την αστυνομία. Τόνισα πως το λάθος ήταν δικό τους και όχι των οπαδών.
Μόλις τελείωσε η ραδιοφωνική παρέμβαση, αμέσως επέστρεψα στη Leppings Lane.
Η επιστροφή από το χάος
Πήγα στην πύλη που χρησιμοποίησα για να μπω στον αγωνιστικό χώρο. Ανέβηκα στην ταράτσα και εκεί βρήκα τον αδερφό μου και τους δυο φίλους μας, οι οποίοι ήταν εκεί όσο εγώ ήμουν στο χορτάρι. Ήταν έκπληκτοι και δεν μπορούσαν να πιστέψουν όσα είχαν γίνει. Η σύζυγός μου ήταν σπίτι στην Γλασκώβη και ήταν πολύ ανήσυχη, αφού ήξερε πως ήμασταν στην ταράτσα. Ευτυχώς, κάποιοι φίλοι μου με άκουσαν στο ραδιόφωνο και αμέσως της τηλεφώνησαν να της πουν πως ήμουν καλά».
Μετά από αυτά, οι τέσσερις φίλοι, φύγανε από το Leppings Lane και πήγαν στο αυτοκίνητό τους για το δρόμο του γυρισμού στο Μέρσεσαϊντ.
«Ήμουν πίσω, σκεφτόμενος το τι έγινε και ακούγοντας ραδιόφωνο. Έπαιξαν την ομιλία και το ξέσπασμά μου 2 ή 3 φορές, αφήνοντάς με, με μια απόλυτη αίσθηση δυσπιστίας. Αυτό που οι φίλοι μου δεν μπορούσαν να πιστέψουν, ήταν το πόσο αποφασιστικός και σίγουρος ήμουν την ώρα που μιλούσα, καθώς φάνηκε πως ήμουν πολύ θυμωμένος. Το πιο σημαντικό πάντως ήταν, πως όλοι ήμασταν τρομαγμένοι από τον σταθερά αυξανόμενο αριθμό τον νεκρών.
Φτάσαμε στο Ρέινχιλ, όπου ζούσαν οι δικοί μου και αμέσως τηλεφώνησα στην γυναίκα μου. Ένιωθα πολύ έντονα φορτισμένος από όσα έγιναν και πολύ υποψιασμένος από το ενδιαφέρον των Μέσων.
Την επόμενη μέρα, Κυριακή, οδήγησα προς την Γλασκώβη και κατάλαβα πόσο απορροφημένος ήμουν, καθώς έφτασα μέσα σε τρεις ώρες, μια ώρα νωρίτερα από το κανονικό. Το μέτρησα. Ήμουν πίσω, πριν καν το καταλάβω.
«Τα σκάτωσαν»
Ο θυμός μου για τα Μέσα μεγάλωνε και η πιο σωστή τοποθέτηση όλης της εβδομάδας, ήταν του υπουργού εργασίας, Νιλ Κίνοκ, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στο χορτάρι του Άνφιλντ. Τα έριξε στην αστυνομία λέγοντας: «τα σκάτωσαν». Νομίζω πως αυτή η δήλωση τα εμπεριέχει όλα. Οι άνθρωποι του γηπέδου και η αστυνομία ήταν ανάξιοι.
Όσο έμεινα στο Μερσεϊσάιντ με την οικογένειά μου, έδωσα συνεντεύξεις στο ΙΤΝ, στο Granada και σε ένα αμερικανικό κανάλι, στο Άνφιλντ. Είχα την αίσθηση πως δεν θα μπορούσα να το λύσω αυτό μόνος μου. Εκείνη τη στιγμή, πέρασε από το μυαλό μου σα βίντεο τα γεγονότα εκείνου το απογεύματος και όλα όσα έκανα. Σκέφτηκα να πάω στο Σέφιλντ, να βρω το παιδί που βοήθησα στον αγωνιστικό χώρο και να δω τι απέγινε.
Το αγόρι που επέζησε
Μετά την τραγωδία, η αστυνομία των West Midlands, ξεκίνησε την μεγαλύτερη έρευνα στην ιστορία της Βρετανίας, ώστε να μάθει τι πραγματικά έγινε στο Χίλσμπορο και τον Μάρτιο του 1990, ζητήθηκε από τον γιατρό Φίλιπς, να δει το βίντεο με τα γεγονότα. Πήγε στο Knowsley Hall, έξω από το Λίβερπουλ, όπου αστυνομικοί, είχαν ειδικούς ερευνητές για την εξέταση των κασετών και ήλπιζαν πως θα μπορούσαν να καταλάβουν τι ακριβώς έγινε με τους οπαδούς, την αποφράδα εκείνη μέρα.
«Παρακολουθούσα το βίντεο με έναν αστυνομικό και τυχαία με είδα στον αγωνιστικό χώρο να δίνω τις πρώτες βοήθειες σε κάποιον. Είπα πως ήταν ο πρώτος που προσπάθησα να βοηθήσω. Προς έκπληξή μου, ο υπεύθυνος εκεί, μου είπε πως είχαν το όνομά του και δεν πιστεύει πως είχε πεθάνει.
Μια εβδομάδα αργότερα, ένας αστυνομικός μου τηλεφώνησε και με είπε πως ήξερε ποιος ήταν. Είναι 18 ετών και το όνομά του είναι Γκάρι Κέρι. Επέζησε και η οικογένειά του ήθελε να με γνωρίσει.
Έτσι, κανονίσαμε να πάω στο Huyton και να γνωρίσω τον Γκάρι. Τυχαία, το σπίτι του ήταν περίπου μισό μίλι μακριά από το σχολείο που πήγαινα μικρός.
Γνωριστήκαμε και μπορώ να πω πως ήταν μια σημαντική στιγμή. Δυστυχώς, είχε κάποια προβλήματα. Όταν σταμάτησε η καρδιά του, υπέστη κάποιο εγκεφαλικό πρόβλημα και είναι ανίκανος να δουλέψει, παίρνοντας φάρμακα για όλη του τη ζωή. Αλλά μπορεί να περπατήσει, να μιλήσει και έχει πολύ έντονη την αίσθηση του χιούμορ. Φυσικά, παραμένει φανατικός οπαδός των «κόκκινων».
Η οικογένειά του ήταν πολύ χαρούμενη που έζησε. Δυο χρόνια μετά την τραγωδία, ήμουν καλεσμένος στα 21α γενέθλιά του και από τότε κρατούσαμε επαφή. Κάθε Χριστούγεννα, αυτός και η μητέρα του, η Άλις, μου στέλνουν ένα ημερολόγια της Λίβερπουλ και ένα δώρο για τον γιό μου».
Η τραγωδία του Χίλσμπορο!
96 νεκροί
14 από τους 96 έφτασαν μέχρι το νοσοκομείο
79 από τους 96 ήταν κάτω από 30 ετών
766 τραυματίες
300 περίπου από τους 766 τραυματίες πήγαν στο νοσοκομείο
6 μόλις, λεπτά παιχνιδιού παίχτηκαν
38 ήταν οι τραυματίες το 1981 και πάλι στο Χίλσμπορο, στον αγώνα του κυπέλλου μεταξύ Τότεναμ και Γούλβς
21.000 οπαδοί χωρούσαν στο γήπεδο
14.600 οπαδοί μπορούσαν να βρίσκονται στη Leppings Lane, αριθμός πολύ μικρότερος από αυτόν που βρισκόταν εντός και εκτός γηπέδου
15 λεπτά πριν την έναρξη του αγώνα, 5.000 περίπου οπαδοί προσπάθησαν να εισέλθουν χωρίς εισιτήριο μέσα στο γήπεδο
44 ασθενοφόρα έφτασαν στο γήπεδο, αλλά η αστυνομία επέτρεψε μόνο σε 1 να μπει
31 ημέρες κράτησε η δίκη, με τον δικαστή Τέιλορ
4 χρόνια κράτησε η ανακατασκευή του γηπέδου, μετά το τραγικό συμβάν
3 Αγγλικές ομάδες, η Άρσεναλ, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Τσέλσι, στην 20η επέτειο, φόρεσαν μαύρα περιβραχιόνια στα παιχνίδια τους στο Τσάμπιονς Λιγκ
2 ακόμα σύλλογοι, λίγες μέρες μετά το τραγικό συμβάν, η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μίλαν, κράτησαν ενός λεπτού σιγή, ενώ οι οπαδοί των Ιταλών, τραγούδησαν το «You’ll Never Walk Alone»
3 αστυνομικοί κατηγορήθηκαν για μη καλή χρήση των καθηκόντων τους. Μόνο 2 από αυτούς συνελήφθηκαν.
2 λεπτά απόλυτη σιγή επικράτησε στην πόλη του Λίβερπουλ, 20 χρόνια μετά το τραγικό συμβάν.
2 παίκτες που αγωνίζονται στο ελληνικό πρωτάθλημα, ο Ιτάνζ και ο Πλεσίς, στην επέτειο των 20 ετών, κατηγορήθηκαν για ασέβεια προς τους νεκρούς, καθώς γελούσαν και έκαναν αστεία την ώρα του μνημόσυνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου